Mέχρι δακρύων

Και τα δύο μαζί-ημερολόγια και ταφόπλακες- σε κάνουν να νιώθεις στο πετσί σου εκείνο που γράφει ο Καμύ στα τετράδια του: Πως οφείλεις να ζεις μέχρι δακρύων.

images
Back to top

Διαβάζω πως όπου νάναι κυκλοφορεί το ημερολόγιο της Βιρτζίνια Γούλφ. Το σημειώνω, θέλω να το αγοράσω, μ’αρέσουν τα ημερολόγια των συγγραφέων, πόσο μάλλον της Γούλφ…”Σκόπευα να γράψω για το θάνατο”, γράφει η Γούλφ, “αλλά παρενέβη η ζωή όπως πάντα”. Πάντα παρεμβαίνει η ζωή, σκέφτομαι, ακόμα και όταν την κοιτάς από την μεριά του θανάτου ή αλλιώς της συνειδητότητας του τέλους. Μ’αρέσουν τα ημερολόγια, από μικρή μ’αρέσαν, πρώτα εκείνα με τις κλειδαριές που διασφαλίζαν ότι τα μυστικά σου θα μείνουν καλά κρυμμένα κι’αργότερα τα δερμάτινα που μοιάζανε φθαρμένα και ξεθωριασμένα στο χρόνο και η φθορά τους μαρτυρούσε πως βιώνεις την ζωή. Θυμάμαι την Ζατέλλη και τα δικά της ημερολόγια, τα είχε στοιβαγμένα σε μια μεγάλη βιβλιοθήκη πίσω από το γραφείο της, για τα όνειρα της έγραφε η Ζατέλλη στα ημερολόγια της, ίσως γιατί πάντα αυτό την ενδιέφερε, το από κάτω, η σκιά, η βουή, εκείνο που συμβαίνει σε ένα παράλληλο σύμπαν. “Ό,τι δεν βλέπουμε με ανοιχτά μάτια το βλέπουμε με κλειστά”, έλεγε συχνά η μάνα της. Έλεγε και το άλλο πως “τουλάχιστον βλέπουμε τους πεθαμένους μας στα όνειρα, πώς αλλιώς θα τους βλέπαμε; Κάτι είναι κι’αυτό”. Είναι περισσότερο από κάτι σκέφτομαι και ήδη περπατώ στο νεκροταφείο με μια δέσμη αθάνατα στο χέρι, στο διάδρομο που οδηγεί στο τάφο του πατέρα μου. Έρχομαι πάντα στις 7 του μήνα, στις 7 κάποιου Σεπτέμβρη πέθανε, 7 είναι και ο αριθμός των αγγέλων λένε, μ’αρέσουν αυτοί οι συμβολικοί και μυστήριοι συνειρμοί, ενεργοποιούν τον αλαφροίσκιωτο εαυτό μου, αυτόν δηλαδή που ψάχνει τα αόρατα, τα πνεύματα, τις νεράιδες και τα φαντάσματα και αλοίμονο αν σταματήσω να πιστεύω στην ύπαρξη τους. Στο βάθος του διάδρομου διακρίνω μια γυνακεία φιγούρα, συνειδητοποιώ πως είναι η Μ., έχω να την δω χρόνια, χαθήκαμε και τώρα βρισκόμαστε εκεί όπου κάποια στιγμή θα βρεθούμε όλοι. Χαμογελάει μόλις με βλέπει, κρατάει ένα μεγάλο βάζο, κατευθύνεται προς την βρύση για να το γεμίσει με νερό, παράξενο που μετά από τόσο καιρό συναντιόμαστε εδώ, της λέω, “καθόλου παράξενο αν το σκεφτείς καλά” μου απαντά και είναι ανακουφιστικό πως παρότι χαθήκαμε μιλάμε ακόμα στην ίδια γλώσσα, εκείνην με τα φωνήεντα των ξωτικών. “Μόνο το θάνατο παίρνω στα σοβαρά κι’αυτό εφόσον ζω”, γράφει η Ζατέλλη σε ένα από τα τετράδια της και η Γούλφ γράφει το άλλο, "πως δεν μπορείς να βρεις γαλήνη αποφεύγοντας την ζωή”. Ο Καμύ ωστόσο στα δικά του σημειωματάρια επιμένει πως "η ζωή είναι σύντομη και είναι αμαρτία να χάνεις το καιρό σου”. Μόνο που για να καταλάβεις ότι χάνεις τον καιρό σου έχεις ήδη χάσει αρκετό, όσος απέμεινε όμως δεν είναι λίγος κι’αυτό γιατί έρχεται πακέτο με την συνειδητότητα που του διπλασιάζει την πυκνότητα. Ο Καμύ έγραφε τα σημειωματάρια του σε μια εποχή όπου η ανθρωπότητα μετρούσε για ακόμα μια φορά τις ευθύνες της μαζί με τις πληγές της. Απορώ τί θα έγραφε σήμερα αν ζούσε, σε μια εποχή όπου κανείς δεν γνοιάζεται πραγματικά να μετρήσει ευθύνες ή πληγές εκτός κι’αν αυτές είναι…φωτογενείς. Κάνουμε μια μικρή βόλτα στο νεκροταφείο μαζί με την Μ, όσο για να προλάβουμε να πούμε τα νέα μας, τα νέα αποκτούν άλλη βαρύτητα σε τέτοια μέρη, λες μόνο τα σημαντικά, τα άλλα τα πετάς προτού καν τα αρθρώσεις. Χαζεύουμε τις φωτογραφίες πάνω στις ταφόπλακες, οι πλείστες μαυρόασπρες, πρόσωπα χαρούμενα, όλα στην νιότη τους, άλλα στην πρώτη, άλλα στην μεταγενέστερη, ελάχιστα γερασμένα. “Θάτανε πιο καλά εμείς οι ίδιοι να διαλέγαμε ποιά φωτογραφία θέλουμε για την ταφόπλακα μας”, λέω στην Μ, εκείνη συμφωνεί, “μπορεί αν το κάναμε αυτό να αποκτούσε η στιγμή την πραγματική της διάρκεια, όχι την ινσταγκραμική αλλά την ημερολογιακή, την χειρόγραφη” της λέω μετά και κείνη κουνάει το κεφάλι. Ίσως γι’αυτό μ’αρέσουν τα ημερολόγια, σκέφτομαι όταν η Μ έχει ήδη φύγει και γω κατευθύνομαι προς το αυτοκίνητο μου. Γιατί έχουνε μια άλλη σχέση με το χρόνο, σχεδόν αλαφροίσκιωτη. Όπως μ’αρέσουν πια και οι πρωινές βόλτες στο νεκροταφείο. Με την γαλήνεια ησυχία τους και τις ράθυμες γάτες που απλώνουν πάνω στις χαραγμένες διάρκειες ζωών. Και τα δύο μαζί-ημερολόγια και ταφόπλακες- σε κάνουν να νιώθεις στο πετσί σου εκείνο που γράφει ο Καμύ στα τετράδια του: Πως οφείλεις να ζεις μέχρι δακρύων.

 

Back to top