Ο ιδιωτικός μάγος

Είναι κι’ άλλα πολλά που θέλω να τα διηγηθώ, από κείνα που πλάθουν στιγμές ευλογημένες, σαν μεγάλες παύσεις, σχεδόν μεταφυσικές…

images
Back to top

Είναι κι’ αυτός ο πορτοκαλίς ήλιος που κατεβαίνει προς την θάλασσα και την προστάζει να ηρεμήσει για να χωρέσει ολόκληρη μέσα στο βλέμμα μου. Είναι κι’αυτή η διαδρομή που περνάει μέσα από μικρά σπίτια, όπως ήταν άλλοτε ο τόπος, με τις αυλάδες τους γεμάτες κίτρινες, κόκκινες και ροζ τριανταφυλλιές που αρωματίζουν τον αέρα. Είναι και που ένα γατί πηγαινοέρχεται ανάμεσα στα πόδια μου τρίβοντας την μούρη του στους αστραγάλους μου για λίγη τροφή και χάδι και μόλις χορτάσει πέφτει στο χώμα ανάσκελα και κυλιέται ευτυχισμένο. Είναι και ένα παράξενο μαυρόασπρο πουλί που περπατά περήφανο πάνω στο πεζοδρόμιο και το παρακολουθώ από απόσταση να χορεύει στις μύτες των ποδιών του συγκλονιστικά ανυποψίαστο. Είναι και που τις προάλλες τραγουδούσε η Χαριτίνη με την Ευθυμία στο Πρόζακ με το χαμηλό φωτισμό ενός αμπαζούρ και έλεγαν τραγούδια για έρωτες ευαίσθητους, χρόνους κυνηγούς και για την άγνωστη μας μοίρα. Είναι και που το τραπέζι μας ήτανε μπροστά-μπροστά γιατί το είχε κρατήσει η Λ. μέρες πριν, θέτωντας έτσι σε λειτουργία την συγκυρία να συναντηθούμε σε ένα βράδυ καμωμένο για παρέα, όπως τα βράδια που θες να κουρνιάζεις μέσα στο παρόν τους. Είναι και που μετά τραγούδησαν τη Μαίρη του Παυλίδη που “θα πήγαινε αν μπορούσε κάθε βράδυ σινεμά” και την θυμήθηκα να “θέλει μια ζούγκλα αριστερά και απέναντι μια Σαχάρα σιωπηλή και απέραντη” και την ένιωσα στο δέρμα μου, υπαρκτή όσο ποτέ άλλοτε. Είναι που από κείνη τη νύχτα όταν παίρνω τους δρόμους που φτάνουν μέχρι την θάλασσα, έχω μαζί μου και την “Μαίρη” παρέα και την ακούω σε επανάληψη στα ακουστικά μου, μέχρι να γίνω δραπέτης, αφού όπως και νάχει “παντού γράφουν police τα περιπολικά”. Είναι και που το διάβασα σε ένα βιβλίο που το λένε “Γειά σου Ασημάκη” πως “πρέπει κανείς να πιστεύει στον ιδιωτικό του μάγο, στις θεραπευτικές ικανότητες της αόρατης ράβδου που τον κουλαντρίζει”. Είναι και που κάθε φορά που έρχεται ο κολλητός μου από το εξωτερικό και συναντιόμαστε στο καφενεδάκι της παλιάς πόλης, τα νέα μας έχουνε μια φρέσκια βαθύτητα, σχεδόν καταπραυντική. Είναι και το παγωμένο τσάι αλουίζα και μελισσόχορτο φτιαγμένο από την  Ε. με την ίδια τρυφερότητα που φύτευει τα βότανα στον κήπο της και που μας το τρατάρει χωρίς να μιλάει μέχρι να τα πει όλα. Είναι και που είμαστε πια σε κείνη την ηλικία που όπως λέει ο Βακαλόπουλος “ό,τι και να ψάχνεις έχει χαθεί μέσα σου”, και ίσως γι’αυτό ο κάθε αποχωρισμός γίνεται ιερός. Είναι και ένα σκατζοχοιράκι που το βλέπω όταν επιστρέφω από το Πρόζακ, έξω από το σπίτι μου να κρύβεται κάτω από χάρτινα κασόνια για να γλιτώσει από την αφύσικη φασαρία που τον τρομάζει. Είναι και το φεγγάρι που είναι σχεδόν μισό και δεν ξέρω αν γεμίζει ή αν αδειάζει, τί σημασία έχει, αργά ή γρήγορα και τα δύο θα συμβούν. Είναι και που πάνω σε μια παραλία κοντά στον Ακάμα είδα χιλιάδες αθάνατα βλαστημένα στην άμμο και ήτανε τόσο όμορφα που όσο τα κοιτούσα αποκτούσα τα αντισώματα που μου χρειάζονται. Είναι και που σκέφτομαι τον Χ. που διανύει τώρα μια διαδρομή από κείνες όπου ο άνθρωπος κατακλύζεται από αισθήματα που ξεπερνούν το κουράγιο του. Είναι και που τώρα όπως οδηγώ βλέπω στο καθρεφτάκι του αυτοκινήτου μου ένα ζευγάρι ηλικιωμένων με βερμούδες και καπέλα να κρατάει ο ένας το χέρι του άλλου και να χώνουν τις πατούσες τους εκεί που σκάει το κύμα. Είναι κι’ άλλα πολλά που θέλω να τα διηγηθώ, από κείνα που πλάθουν στιγμές ευλογημένες, σαν μεγάλες παύσεις, σχεδόν μεταφυσικές…

Back to top