Δύο άλογα και ένας άγγελος

Απόγευμα στην κουζίνα μου. Βλέπω τις φωτογραφίες του ταξιδιού μου στο ipad και σκέφτομαι πως θα προτιμούσα να τις είχα τυπωμένες, τοποθετημένες σε ένα από κείνα τα παλιά άλμπουμ κάτω απο τη διάφανη ζελατίνη, ίσως γιατί θέλω να παραμείνει χειροπιαστή η σχέση μου με την μνήμη, να την αγγίζω, να της σκουπίζω την υγρασία και την σκόνη, να την φροντίζω.

images
Back to top

Απόγευμα στην κουζίνα μου. Βλέπω τις φωτογραφίες του ταξιδιού μου στο ipad και σκέφτομαι πως θα προτιμούσα να τις είχα τυπωμένες, τοποθετημένες σε ένα από κείνα τα παλιά άλμπουμ κάτω απο τη διάφανη ζελατίνη, ίσως γιατί θέλω να παραμείνει χειροπιαστή η σχέση μου με την μνήμη, να την αγγίζω, να της σκουπίζω την υγρασία και την σκόνη, να την φροντίζω. Και να μπορώ όπως λέει η Κική Δημουλά “να αλλάζω πότε-πότε το νερό στις φωτογραφίες μου”. Οι πλείστες είναι στην θάλασσα, από την βόλτα μας στην παραλία του Τελ Αβίβ ένα ηλιόλουστο μεσημέρι. Φυσούσε παγωμένος αέρας στα πρόσωπα μας, αέρας κατευθείαν από τον ορίζοντα, γλάροι πετούσανε πάνω από τα κεφάλια μας, πότε-πότε ένα αεροπλάνο διέσχιζε τον ουρανό και εξαφανιζόταν άρον-άρον μην ενοχλήσει τα πουλιά. Δεν ζω χωρίς την θαλασσίτσα, έλεγε και ξανάλεγε η φιλενάδα, μου άρεσε που χρησιμοποιούσε υποκοριστικό, την μεταμόρφωνε ολόκληρη στο κοριτσάκι που την πρωτογνώρισα, ναί χωρίς την θάλασσα δεν γίνεται, μόνο που τώρα την νιώθαμε αλλιώς, σχεδόν σαν γιατρικό. Στην πρώτη φωτογραφία δυο άνθρωποι κοιμούνται σε πανομοιότυπη στάση πάνω σε ένα πέτρινο παγκάκι, δύο άλλοι περπατάνε πλάι στο παφλασμό των κυμάτων, παρατηρώ περισσότερο εκείνους που κοιμούνται, πόσο ευάλωτος και ταυτόχρονα ιερός μοιάζει ο άνθρωπος καθώς κοιμάται σκέφτομαι και ασυναίσθητα θυμάμαι τα λόγια του Πεσσόα, πως “ανάμεσα στο να σκοτώσεις ένα παιδί ή ένα άνθρωπο που κοιμάται δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά”. Στην επόμενη φωτογραφία τα σύννεφα φτιάχνουνε χιλιάδες σχήματα, ένα νεαρό ζευγάρι αγκαλιασμένο περπατάει στην ακτή με γυμνές πατούσες, μοιάζει να χορεύει, όχι δεν χορεύει, εκείνη παραπατάει, εκείνος την κρατάει σφικτά, το μέγεθος τους είναι το πραγματικό του ανθρώπου στο άπεραντο σύμπαν, προσπαθώ να θυμηθώ τι ένιωθα την ώρα που τους φωτογράφιζα, ίσως να μου συνέβαινε εκείνο που γράφει ο Καμύ, “να ένιωθα ελέυθερη σε σχέση με το παρελθόν μου και με ό,τι έχω χάσει…”. Διακόπτω το χάζεμα των φωτογραφιών του ταξιδιού για να φτιάξω ζεστό τσάι, τζίντζερ, λεμόνι κανέλα, όπως το έπινα εκεί, ίσως έτσι θυμηθώ τι προηγήθηκε κάθε φωτογραφίας και τί ακολούθησε, μου χρειάζεται αυτή η θύμιση για να μην καταλήξουν ασύνδετες οι εικόνες και ακίνητες. Όπως τούτη εδώ με τα άλογα, σ’αυτήν θυμάμαι με τρομακτική ευκρίνεια το πριν και το μετά της. Καθόμασταν σε ένα παραλιακό εστιατόριο, είχε έρθει και η Ρ. -φίλη της φίλης μου- τρώγαμε χούμους και τριμμένα παντζάρια και πίττες αραβικές και δεν είχαμε ακόμη πάρει χαμπάρι, εννοώ πως δεν ανοίξαμε ραδιόφωνο, ούτε τηλεόραση, η Ρ. ήταν εκείνη που μας ενημέρωσε, μας τα είπε όλα με μια ανάσα, πως το προηγούμενο βράδυ πέθαναν εφτά ανθρώποι στην Ιερουσαλήμ, πως τους πυροβόλησε ένας 21χρονος άραβας από το αυτοκίνητο και πως το επόμενο πρωινό, αυτός που κρατούσε το όπλο, ήτανε ένα 13χρονο παιδί, σκότωσε, είπε, ένα πατέρα με το γιό του κάπου σε μια άλλη συνοικία, μιαμιση ώρα δρόμος από κεί που καθόμασταν. ΟΙ άνθρωποι πεθαίνουν παραδίπλα και εμάς αυτό εξακολουθεί να μας διαφεύγει ήθελα να πω, δεν πρόλαβα όμως και εννοώ πως εκείνο ακριβώς το λεπτό εμφανίστηκαν δύο άλογα κάτω στην παραλία, ένα μαύρο και ένα καφέ και αντανακλαστικά έστρεψα το κεφάλι μου προς την μεριά τους, το ίδιο έκαναν και η Ρ. με την φίλη μου, δεν ξέρω αν ήτανε ένστικτο αυτοπροστασίας ή γιατί η ζωή βρίσκει πάντα τρόπο να νικάει την πραγματικότητα αλλά έμοιαζε να μας τραβάει σαν μαγνήτης η εικόνα τους καθώς εκείνα πλατσουρίζανε χορευτικά μέσα στο νερό και ο αναβάτης τους τους ράντιζε τρυφερά τη χαίτη με κυματένιο αφρό. Σπάνια έρχονται εδώ τα άλογα για μπάνιο είπε η φίλη μου, συνήθως τα πάνε σε μια άλλη παραλία, χιλιόμετρα πιο κάτω, είπε, και το έλεγε αποσβολωμένη, έψαχνε κι’αυτή όπως και γω στην συγκυρία σημάδια εξιλέωσης. Στην επόμενη φωτογραφία είχαμε ήδη φύγει από το εστιατόριο, η Ρ. μας αποχαιρέτησε αφού πρώτα μας προσκάλεσε να την επισκεφτούμε στην Ιαπωνία, γίνεται είπε εξήντα χρονών φέτος και θέλει να γιορτάσει τα εξηντάχρονα της στις ανθισμένες κερασιές, ποιός ξέρει ίσως σου κάνουμε παρέα της είπαμε και φύγαμε προς άλλη κατεύνθυνση. Η φωτογραφία απεικονίζει ένα χειροποίητο πήλινο αγγελάκι κολλημένο πάνω σε ένα κορμό δέντρου, έχει γεμίσει το κέντρο του Τέλ Αβίβ από δαύτα, μου είπε η φίλη μου, κολλημένα σε παγκάκια, σε ταμπέλες, σε εισόδους πολυκατοικιών, όπου φανταστείς, τα φτιάχνει ένας καλλιτέχνης, έιπε, δεν ξέρει κανείς ποιός είναι, θέλει προφανώς να μείνει κρυφός. Και μάλλον αυτός κυκλοφορεί μόνο τα βράδυα, σκέφτομαι τώρα, επίτηδες διαλέγει τις μικρές ώρες, τις ώρες εκείνες που οι ανθρώποι κοιμούνται και από μια μαγεία φυσική μοιάζουνε ιεροί…

 

Back to top