Eίναι καλός καιρός για...μετακίνηση

“Οσο σημαντικό είναι το όνειρο στον άνθρωπο άλλο τόσο είναι και το παιγνίδι” μου είχε πεί και εννοούσε να παίζεις με τις ταυτίσεις σου, με τις ευχές σου και με τους φόβους σου. Γιατί αν το αιτούμενο είναι να σου αποκαλυφθεί το πραγματικό σου πρόσωπο πρέπει να είσαι έτοιμος να παίξεις με οτιδήποτε.

images
Back to top

Στρίβει ένα τσιγάρο. Την παρατηρώ. Φοράει μαύρα ρούχα. Έχει μαύρα μαλλιά και μαύρα υπέροχα μάτια. Το σπίτι της πολύχρωμο, σαν σκηνικό. Με χαμηλό φωτισμό, σαν συνομωσία. Και με δεκάδες περίεργα αντικείμενα, από τα ταξίδια της. Πήγε σχεδόν παντού. Μου περιγράφει σκηνές με ένα απίστευτα ποιητικό τρόπο, περιγράφει δηλαδή ακόμα και τις μυρωδιές και τα χρώματα στον ουρανό και τα μαύρα κοράκια και κείνους τους Ινδιάνους με τις κότες στο αεροπλάνο, και τους Ινδούς που καίνε τους νεκρούς τους, αφού πρώτα τους τυλίξουν σε μια κεντητή κουβέρτα. Στην Νικαράγουα, την εποχή των Σαντινίστας περπατούσε κάθε μέρα στην γειτονιά των κλεφτών. Έτσι είπε, πως φορούσε τα κοσμήματα της, κρατούσε την τσάντα της και διέσχιζε εκείνο το μεγάλο δρόμο που τον έκοβε στην μέση ένα τεράστιο δέντρο. Από το δέντρο και πέρα ήταν η γειτονιά των κλεφτών. “Τίποτα δεν μου συνέβηκε”, μου λέει, “γιατί το κάνατε”, ρώτησα, “είναι μια συνηθισμένη τακτική να παίζει κανείς μ’αυτό που φοβάται”, απάντησε, “όχι δεν είναι πια συνηθισμένη αυτή η τακτική” σκέφτομαι, “καθόλου συνηθισμένη, αντιθέτως, παραδινόμαστε στους φόβους μας και τους αφαιρούμε ακόμα και την ικανότητα να μας τσιγκλήσουν την παιγνιδιάρικη διάθεση μας”.

Αυτά τα σκέφτομαι τώρα, τότε που την είχα συναντήσει δεν ήξερα τι σκεφτόμουνα, ρουφούσα μόνο, ρουφούσα τα λόγια της και τα χρώματα που έβγαζαν οι λέξεις της, και τις μυρωδιές που έμοιαζαν σαν υπογραμμίσεις στις φράσεις, και τις εικόνες που ήξερε να τις κεντάει με μια σπουδαία μαεστρία, χειροποίητες εικόνες, που πάει να πει πως είχε ζήσει την κάθε βελονιά τους. “Τί σημαίνει παίζω;” την είχα ρωτήσει, “σημαίνει πως δεν εγκλωβίζεσαι σε ένα σημείο”, μου είπε, “σημαίνει εκείνη την διάθεση των πραγμάτων, όπου τα παίρνεις σοβαρά αλλά συγχρόνως ξέρεις ότι είναι ανοιχτά και τα ενδεχόμενα”. Πόσο σπουδαίο είναι να ξέρεις ότι είναι ανοιχτά τα ενδεχόμενα, το έμαθα χρόνια μετά. Το έμαθα όταν πια δεν φοβήθηκα να μετακινηθώ, όταν πια δεν περίμενα ποιός θα ήταν ο κατάλληλος καιρός, αλλά είχα αποφασίσει πως ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες, τί κι’αν βρέχει δηλαδή και βρεχώ, τί κι’αν καίει ο ήλιος και τσουρουφλιστώ, εκείνο που είχε σημασία ήταν να περπατήσω μέχρι την επόμενη γωνιά ανοιχτή προς όλα τα ενδεχόμενα. “Οσο σημαντικό είναι το όνειρο στον άνθρωπο άλλο τόσο είναι και το παιγνίδι” μου είχε πεί και εννοούσε να παίζεις με τις ταυτίσεις σου, με τις ευχές σου και με τους φόβους σου. Γιατί αν το αιτούμενο είναι να σου αποκαλυφθεί το πραγματικό σου πρόσωπο πρέπει να είσαι έτοιμος να παίξεις με οτιδήποτε. Έτσι έγραφε στο βιβλίο της “Καλός καιρός/Μετακίνηση”. Γιατί ήθελε να γράψει κάτι θετικό. Γιατί είχε αισθανθεί ένα είδος τύψεων απέναντι στην ζωή. Γιατί για χρόνια ολόκληρα ζούσε περισσότερο με μια ψυχική έλλειψη παρά με ό,τι είχε. Και έτσι κάποια στιγμή ένιωσε ότι το να ζεις με την έλλειψη εμπεριέχει αλαζονία. Και αχαριστία. Ακόμα κάτι που πέρασαν χρόνια για να συνειδητοποιήσω. Πως το να βλέπεις το ποτήριο μισοάδειο, πως το να βλέπεις το τέλος πριν ακόμα διακρίνεις την αρχή, δεν είναι θεμα οπτικής γωνίας είναι θεμα αλαζονίας. Που πάει να πει πως όλα περιστρέφονται γύρω από το μικρόκοσμο σου και όχι γύρω από αυτό που πραγματικά είναι η ζωή. Και προφανώς η ζωή είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από το μικρόκοσμό μας…

Ο Γκάι με κοιτούσε με απορία. Περίμενε πως θα τον ρωτούσα και πάλι για το πολιτικό θέμα. Δεν ήθελα να τον ρωτήσω για το πολιτικό θέμα. Άλλα ήθελα να τον ρωτήσω. Για το πώς βλέπει την πραγματικότητα και για το τί καθόρισε και καθάρισε το βλέμμα του. “Το να επουλώσεις τις πληγές είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στην ζωή”, μου είπε και ένιωσα την βαρύτητα της φράσης του, γιατί προερχόνταν από ένα άνθρωπο, ο οποίος έζησε τον θάνατο από μικρός και εξακολουθούσε να τον ζει μέσα σε μια καθημερινότητα, η οποία κάνει ζημιά στις ψυχές των ανθρώπων…”Κανείς δεν σκέφτεται ότι πρέπει να ψάξει το πώς να θεραπεύσει την ψυχή του. Προτιμά να μετατρέπει το τραύμα σε στοιχείο της ταυτότητας του και να πορεύεται με αυτό”. Έτσι μου είπε ο Γκάι και γω παράγγειλα ένα δυνατό εσπρέσσο, γιατί την ίδια ώρα θυμήθηκα εκείνη την μετακίνηση και το τί σημαίνει να βλέπεις πρώτα το τέλος και ύστερα την αρχή και ύστερα έφυγα με το αμάξι για μια βόλτα κοντά στην θάλασσα, για να μυρίσω αλάτι και ευφορία και να αφήσω και πάλι όλα τα ενδεχόμενα να σκάσουν στην ακτή…

 “Είναι καλός καιρός για μετακίνηση;” με ρώτησες την επομένη το πρωί. “Ο καλύτερος” σου απάντησα και ήθελα τόσο πολύ να σε κάνω να γευτείς την ευφορία μέσα στο αλάτι της θάλασσας…Να ξεδιψάσεις δηλαδή σε κείνη την  ακτή που βρέχεται από όλα τα…ενδεχόμενα.

 

 

Back to top