Σταμάτης Κραουνάκης

Ο Σταμάτης Κραουνάκης αγαπά τον εαυτό του πολύ περισσότερο από πριν.

images
Back to top

«Πού θα με πάς;» με ρωτάει καθώς φτιάχνει το κάθισμα του αυτοκινήτου. «Λέω να πάμε μια εκδρομή στην θάλασσα», του απαντώ και κείνος μου χαρίζει ένα πλατύ χαμόγελο, έτσι είναι τα χαμόγελα του Σταμάτη, πλατιά, όπως τις αγκαλιές του, βουτάς μέσα και νιώθεις πως η ζωή είναι για να την γλεντάς. Δεν ξέρω γιατί αλλά χρόνια τώρα, όσες φορές τον έχω συναντήσει, είτε προσωπικά, είτε μέσα από τις μουσικές του, αυτό μου βγάζει σαν διάθεση. Να βγω στον ήλιο και να μυρίσω αλμυρό νερό, να χώσω τα πόδια μου στην άμμο και να σηκώσω τα χέρια ψηλά, και έτσι στο ξαφνικό να φωνάξω πως είναι ωραία η ζωή βρε αδελφέ, και αν βρίσκεις ζόρια είναι κι’ αυτά όπως τα σύννεφα, δεν τον νικάνε ποτέ τον ουρανό…Έτσι δεν είναι Σταμάτη; Εκείνος έχει φορέσει τα γυαλιά του, κόκκινα, όπως πάντα, έχει πάρει θέση και μου λέει «φύγαμε». «Θα μιλάμε στο αμάξι και θα κάνουμε διάλλειμα με τραγούδια», του λέω, «ότι θές εσύ» μου απαντά και το βλέπω πως στο βάθος το γουστάρει που θα κάνουμε κουβέντα και διαδρομή. Είναι σχεδόν δύο μήνες τώρα στην Κύπρο. Έχει κάνει σπίτι του το δωμάτιο του στο ξενοδοχείο. Εκεί γράφει τις μουσικές του, σε ένα μικρό keyboard, δεν έχει τις ανέσεις του αλλά νιώθει μια ελευθερία. Που διαπιστώνει ξανά και με ένα πολύ δημιουργικό τρόπο πως ο καλλιτέχνης δεν χρειάζεται πολλά για να κάνει την δουλειά του. Έχει ήδη τα στέκια του, βρήκε τα μαγαζιά του, ξέρει τους δρόμους, (ο κ. μιχάλης) κάποια στιγμή-μάλιστα-χάνομαι, μου δίνει οδηγίες, «θα με τρελάνεις;» του λέω και κείνος γελάει τρανταχτά. «Πάρτο χαμπάρι, εχω γίνει κάτοικος αγάπη μου» φωνάζει και το λέει με μια δικαίωση, που τον φλέρταρε η πόλη και της το ανταπέδωσε. «Σ’αρέσει εδώ» κάνω σχόλιο και δεν βάζω καν ερωτηματικό γιατί το καταλαβαίνω στο βλέμμα του πως τον έχουν ηρεμήσει οι ρυθμοί, και πως του μοιάζει αυτή η προσωρινή αλλαγή στην ζωή του, σαν μια εκδρομή, από κείνες, τις δικές του, που φοράει τα φαρδιά πουκάμισα και ανοίγει έτσι την καρδιά του στον κόσμο.

Μερικούς μήνες πρίν…
«Έρχομαι». Έτσι σκέτο νέτο μου τόγραψε μήνες πριν και γω έλαβα ένα email με μια μόνο λέξη, η οποία μπορεί νάτανε επί της ουσίας αλλά εμένα με γέμιζε απορίες. Ο Σταμάτης τα κάνει αυτά. Ανακοινώνει, επί της ουσίας. Και όταν μιλάει και όταν γράφει και όταν τραγουδάει, στην ουσία απευθύνεται και από κει ξεκινάει. Μπήκα, βγήκα, λοιπόν και έμαθα. Πώς προσκλήθηκε από τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου για να συνθέσει την μουσική και να γράψει τα τραγούδια για την παράσταση Νεφέλες του Αριστοφάνη, με την οποία θα εμφανιστεί το κρατικό μας θέατρο, αυτό το καλοκαίρι, στην Επίδαυρο. Ήθελα οποσδήποτε να μου τα πεί αυτά. «Ναρθείς στις πρόβες, να πάρεις μια γεύση», μου υπέδειξε. Δεν είχε άδικο. Πήγα, πήρα γεύση και συγκινήθηκα, γιατί τον είδα να κάθεται στο πιάνο του και γύρω του τα κορίτσια- οι ηθοποιοί- να τον αγκαλιάζουνε με τα μάτια τους και τις φωνές τους. Είχα καιρό να ζήσω τέτοια σκηνή, μιας ομαδικής δημιουργίας, με ένα δάσκαλο στο κέντρο και γύρω του διψασμένοι μαθητές να μάθουνε πού να πάρουνε ανάσα και πού να την διώξουνε, δηλαδή να παιδεύουνε το ταλέντο τους και να αποζητάνε να τους ανεβάσει κάποιος τον πήχυ. «Είδες τα κορίτσια μου;» μου είπε με περηφάνια στο διάλλειμα, και γω του απάντησα «άει στο καλό, πάλι κατάφερες να με συγκινήσεις» δεν ξέρω αν με πίστεψε, εκείνος όμως άλλα ήθελε να μου πεί. Για τα κορίτσια του, που αποτελούν το χορό στην παράσταση, τις δικές του Νεφέλες. «Τις λάτρεψα. Με έχουνε κερδίσει. Είναι υπέροχες. Και είναι γυναίκες. Μυρίζουν ωραία γυναικίλα. Δεν έχουν, αγάπη μου, αυτό το ανοργασμικό λάφιστάιλ των κοριτσιών της Αθήνας. Είναι ζωντανές. Και επίσης διανοούμενες, διαβαστερές». «Μην μου τα αραδιάζεις όλα αυτά γιατί ζηλεύω», του λέω χαριτολογώντας και κείνος ανάβει τσιγάρο, ένδειξη πως είναι ώρα να σοβαρέψουμε λιγάκι την κουβέντα μας. «Αυτή την στιγμή» αρχίζει σοβαρά να λέει, «στο δυναμικό το καλλιτεχνικό του θεάτρου και ειδικά στην νεώτερη γενιά υπάρχουν πολύ άξια στοιχεία. Και θέλω να στο πω δυνατά (το λέει δυνατά): Μην τα αφήσετε αυτά τα παιδιά από ανάγκη να φύγουνε από δω. Ούτε κατανάγκην να μένουνε εδώ επειδή είναι από δω. Χρειάζεται να τους δωθούν οι ευκαιρίες να δείξουν το ταλέντο τους. Μ’αυτά τα παιδιά, εγώ έβγαλα αποτέλεσμα στο μισό χρόνο από ό,τι θα χρειαζόμουνα. Τι σημαίνει αυτό; Πώς η προσλαμβάνουσα τους και η αγάπη τους τους έκανε να απορροφήσουν τα πάντα σαν σφουγγάρι. Γουστάρουνε. Δεν είναι δηλαδή δούλοι του μεροκάμματου. Μην γίνουνε λοιπόν τέτοιοι. Γιατί στο λεώ. Είναι χάλια πράγμα ο μεροκαματιάρης της τέχνης». Γνέφω καταφατικά χωρίς να μιλάω. Δείχνω εμπιστοσύνη. Γιατί ο Σταμάτης ξέρει όχι μόνο να διακρίνει το χάλι αλλά και να το πολεμά. Όπως ξέρει να δουλεύει και με τους νέους επιδιώκοντας να τους μεταδώσει κάτι πολύ απλό. Πως «είναι φορείς νοημάτων, μουσικών και κειμένων. Και ο φορέας πρέπει να είναι ένα καθαρό χαρτί». Αυτό τους υπενθυμίζει κάθε φορά που πατάει μια νότα στο πιάνο και βγάζει μια τσιρίδα. Τον είχα δει, σχεδόν δέκα χρόνια πριν μόλις είχε πρωτοδημιουργήσει την ομάδα Σπείρα-Σπείρα. Με το ίδιο πάθος, όπως και τώρα δούλευε μαζί με τα παιδιά. Θυμάμαι το περιστατικό, θυμάσαι του λέω και κείνος κουνάει το κεφάλι. «Για μένα το πιο σημαντικό» σοβαρεύει ξανά «είναι πως από την ομάδα βγήκανε μονάδες». «Γιατί κάποια στιγμή αποφάσισες να δουλέψεις με τα νέα παιδιά;» τον ρωτώ κι’ας μοιάζει η απορία μου λίγο αφελής. «Όταν υπηρετείς μια καριέρα» απαντά «δεν είναι εύκολο να κάνεις τα πάντα. Έχεις κάποιες δεσμεύσεις. Με την Σπείρα-Σπείρα δεν είχαμε καμμία. Είμαστε μια ομάδα, μια παρέα». Και ο Σταμάτης πιστεύει μόνο στις ομάδες, μόνο αυτές γράφουν ιστορία, αυτό το επαναλαμβάνει συχνά στα χρόνια, είναι από κείνα που κρατάει σαν αρχή του και τίποτα δεν φαίνεται να του τόχει αναιρέσει μέχρι τώρα. Μου μιλάει για τις παραστάσεις τους στης Αθήνα, μου μιλάει για το τελευταίο έργο που ανεβάζουν, μου λέει κι’άλλα και γω τον ακούω σιωπηλή, οδηγώντας στον αυτοκινητοδρομο. Ταμπέλα προς Πισσούρι. Πλησιάζουμε, τον διακόπτω. Μυρίζει θάλασσα…

Στην θάλασσα
«Άαααχ». Επιφώνημα ευχαρίστησης. Τον παρακολουθώ να φτιάχνει την ομπρέλα του και να τακτοποιεί τις πετσέτες στην ξαπλώστρα. «Νάσαι καλά» μου λέει, μούλειψε το νερό και είναι υπέροχα εδώ, σαν ησυχία. Καθόμαστε πλάι πλάι, ελάχιστοι τουρίστες γύρω μας, πιο πίσω το ταβερνάκι της κ. Αντρούλας, «να φας τέλεια πίττα με χαλούμι» του λέω και λυνόμαστε στα γέλια που το παίζω ξαφνικά ξεναγός. Και ύστερα χαμηλώνουμε τους τόνους, πάμε στα πιο προσωπικά, εκείνα που θες γαλάζιο για να τα μοιραστείς και αλμύρα στα χείλια…
- Σε ποια φάση είσαι τώρα Σταμάτη;
Να σου πω κάτι; Πάντα στο καιρό της αλλαγής, από την μια χρονιά στην άλλη, εδώ και χρόνια τώρα, είμαι στο ερώτημα «τα κλείνω όλα ή πάμε άλλο ένα χρόνο;»
- Θες να τα κλείσεις όλα;
Αν με ρωτάς αλήθεια αυτό που μπορώ να κάνω πολύ εύκολα είναι να μείνω σ’αυτή εδώ την παραλία για πάντα.
- Και να γράφεις μουσική από δω;
Ετσι ακριβώς.
- Τι σε σταματάει λοιπόν;
Οι άλλοι
- Δεν είναι ποτέ οι άλλοι Σταμάτη μου.
Ε τότε η δικαιολογία των άλλων. Αλλά πραγματικά στο λεώ, η καρδιά μου θέλει να ξεκουραστεί. Ένα δύο χρόνια με βλέπω ακόμα νάμαι on stage, τόχω ορίσει δηλαδή, μέχρι τα 55. Η καθημερινότητα μου είπα πια επώδυνη ενεργειακά. Δεν είναι ό,τι δεν έχω δυνάμεις. Αλλά θέλω να μου περισσεύουνε οι δυνάμεις για το δημιουργικό.
- Έχεις όμως και ένα μυαλό που ποτέ δεν σταματάει…
Έχεις δίκαιο. Έχω κάτι έτοιμο ανα πάσα στιγμή και τελικά αυτό, έχει να κάνει από ό,τι καταλαβαίνω, με την τελική απόφαση πως αυτή είναι η δουλειά μου, κι’αυτή την δουλειά θέλω να κάνω.
- Η δουλειά σου ή η ανάγκη σου;
Ξέρεις κάτι; Έχω ευτυχώς πια την ησυχία πως θα την πάρω την χαρά ό,τι και να γίνει. Αρκεί να έχω την σιγουριά ότι είμαι με ανθρώπους όπου αυτό που θα γίνει θα είναι σαν γέννα.
- Τι είναι αυτό που πια νιώθεις ότι σε προχωράει δημιουργικά;
Αυτό. Ότι μέσα μου έχω τελείως ησυχάσει με το θέμα της αποδοχής.
- Κι’αυτό πώς μεταφράζεται δημιουργικά;
Ελευθερώνεσαι. Δεν αισθάνεσαι υποχρεωμένος να αποδείξεις τίποτα. Μένεις συγκεντρωμένος στο να ξέρεις ότι αυτό που βγάζεις πηγάζει από μέσα σου. Είναι μεγάλη υπο΄θεση να είσαι ασφαλής ότι με τα βασικά σου εργαλεία μπορείς να δείξεις τον κόσμο σου, χωρίς πολλά πολλά.
- Πώς εξαργυρώνεις το χρόνο σου;
Πιστεύω σ’αυτό που λέμε ξεκούραση, δηλαδή στην ώρα της βλακείας. Η ώρα του χάχα. Η ώρα που δεν θα σκεφτείς τίποτα. Η ώρα που θα είσαι με το ένα πόδι πάνω στ’άλλο στην θάλασσα. Που θα λές αηδίες με τους φίλους σου και θα γελάτε με το τίποτα.
- Υπάρχει κάτι που σε κάνει να αγωνιάς;
Κοίταξε…Αν δεν με επιβαρύνει κάτι στο σώμα δηλαδή να μην μπορώ να περπατήσω ή να κινηθώ όλα τα’αλλα άστα νάρθουν ήσυχα. Δεν έχει νόημα να γωνιά κανείς. Δεν έχει νόημα να χάνεις ενέργεια αγωνιώντας για κάτι που δεν πρόκειται να αποφύγεις. Έτσι και αλλιώς η ζωή έρχεται καθημερινά. Με κάτι αναπάντεχο καλό ή κακό για να σου θυμίσει ότι αυτή αποφασίζει. Γι’αυτό επιμένω και σου λέω ότι το θέμα είναι ξέρεις την αποστολή σου
- Εσύ την ξέρεις πια;
Ναι. Είναι να γιατρεύω με τις μουσικές μου όπου πατάει το πόδι μου
- Σε τι έχεις αλλάξει;
Ότι μπορεί να μην με σύρει όπως παλιά ο ψύλλος στ’αλώνι και να θυμώνω με το τίποτα και να εκνευρίζομαι και να διεκδικώ.
- Τώρα όταν θυμώνεις τι κάνεις;
Προτιμώ να γράψω ένα τραγούδι εκείνη την ώρα που νευριάζω.
- Ο έρωτας μετράει πια αλλιώς;
Όχι. Μετράει το ίδιο. Αλλά τον αξιολογείς αλλιώς.
- Δηλαδή;
Έχω περάσει το στάδιο που θα θεωρώ τον έρωτα ένα βάρβαρο συναίσθημα, επίπονο και δραματικό. Ακόμα και στην απόρριψη του έχει γοητεία.
- Και πώς τον θεωρείς πια;
Ταξιδιωτικό
- Αλλά χωρίς χάρτες υποθέτω
Ούτε χάρτες ούτε τίποτα. Δεν χρειάζεται να ρωτάς, τα ξέρεις όλα. Πρέπει να αγαπάς τους ανθρώπους που σου δίνουν τον εαυτό τους.
- Πρέπει να αγαπάς και τον εαυτό σου για να το κάνεις αυτό.
Ναι για να μπορείς να τους τον παρέχεις
- Εσύ τον αγαπάς;
Περισσότερο από παλιά. Τον καταλαβαίνω καλύτερα
- Για να τον αγαπήσεις προυπόθεση είναι να τον καταλάβεις;
Και να τον συγχωρήσεις…

Ο ήλιος βγαίνει πιο δυνατός. Και η θάλασσα μοιάζει με ησυχία. Λέω να κάνουμε μια βουτιά Σταμάτη, του λέω. Φύγαμε, απαντάει και έτσι χωρίς να ξέρω πώς, αρχίζω να σιγοτραγουδάω…«δώσμου τα φιλιά, που μου κρατάς εκείνα, τα εφηβικά τα γιασεμιά τα κρίνα». Και με πιάνει ξανά μια συγκίνηση και του φωνάζω, πως έτσι θέλω πια να με αγαπήσει ο έρωτας, Σταμάτη ακούς; φωνάζω πιο δυνατά, μα εκείνος έχει ήδη βουτήξει στην θάλασσα και χάνεται στην στιγμή του.

Back to top