Θέμις Μπαζάκα

Η Ελληνίδα ηθοποιός επιμένει πως και το σκοτάδι έχει ενδιαφέρον

images
Back to top

Kατεβάζω το τζάμι του αυτοκινήτου, για να τις γνέψω πως είμαι ήδη εκεί και το κλείνω αμέσως, πριν προλάβει να εισβάλει μέσα ο καύσωνας. Έχω ήδη πάρει παγωμένα νερά σε μια πλαστική σακούλα και ένα-δύο κρύα τσάγια λεμονιού για την διαδρομή, δεν ξέρω πώς θα την βγάλουμε καθαρή μ’ αυτή την ζέστη σκέφτομαι, μα ύστερα την βλέπω να πλησιάζει κρατώντας μια κινέζικη ομπρέλα, έχει τα μαλλιά πιασμένα με ένα κοκαλάκι και ένα αεράτο μπεζ φουστάνι, και έτσι όπως την παρατηρώ, αλλάζω τις σκέψεις μου. Χαμογελώ με κείνο το ίδιο χαμόγελο που έχω κάθε φορά, όπου η ζωή μου χαρίζει μια έκπληξη. Ετσι έγινε και αυτή την φορά. Συνάντησα την Θέμις Μπαζάκα ένα βράδι, στα γενέθλια ενός φίλου. Δεν είχα ιδέα ότι βρισκότανε Κύπρο, δεν είχα ιδέα ότι θα βρισκότανε σε κείνο το τραπέζι, όλα έμοιαζαν τυχαία, μα έλα που δεν πιστεύω στο τυχαίο, γι’ αυτό και αγωνιώ να δω, ποια συγκυρία μαγική μας έφερε να τσουγκρίζουμε τα ποτήρια μας και να προγραμματίζουμε μια εκδρομή. Αυτό που θέλω να πω είναι πως δεν καθίσαμε, η μια απέναντι στην άλλη, εγώ με την ιδιότητα της δημοσιογράφου και κείνη με την ταυτότητα μιας σπουδαίας ηθοποιού. Έγινε αλλιώς. Μιλούσαμε για άσχετα, κάναμε αστεία, κάναμε, δηλαδή, ό, τι δύο άνθρωποι που γνωρίζονται για πρώτη φορά και νιώθουνε πως ταιριάζουνε τα χνώτα τους. «Κυριακή να πάμε εκδρομή», της είπα, συμφώνησε, ήτανε άλλωστε και το ρεπό της, είχε ανάγκη για ένα διάλλειμα, «δεν έχεις ιδεα πως είναι να κάνεις γυρίσματα σε τέτοιες θερμοκρασίες», μου είπε. «Πάρε μαγιό και φύγαμε», την «πρόσταξα» και άμα διψάσεις στην διαδρομή έχω κρύο τσάι λεμονιού…

Η διαδρομή
«Πρέπει ναρθείς μια μέρα στα γυρίσματα» μου είπε, στην διαδρομή, και εννοούσε τα γυρίσματα της νέας ταινίας της Αλίκης Δανέζη Κνούτσεν. «Δεν μπορείς να φανταστείς τι έχουνε δημιουργήσει μέσα στην καρδιά της πόλης», είπε και άρχισε να μου τα περιγράφει με τόση παραστατικότητα που ένιωσα λες και ήμουνα στην Νέα Υορκη και δω λίγο πιο πέρα, ήτανε η Τσαινα Τάουν. «Μα είναι σαν Τσάινα Τάουν» επέμενε και το έβρισκα ήδη συναρπαστικό πως κάπου σε κάποιο σημείο της Λευκωσίας, έστω και μέσα στον καύσωνα, γεννιότανε μια καινούργια ταινία. «Θαρθώ» της απάντησα και ύστερα ήθελα να μου πεί κι’ άλλα περιστατικά από τις ταινίες που έκανε. Είχε ένα υπέροχο τρόπο να αφηγείται, τα έλεγε έτσι χύμα, χρησιμοποιώντας λέξεις αργκό, την έβρισκα συναρπαστική, τις χειρονομίες της, τον τρόπο που έκανε μορφασμούς, είχε ένα περίεργο συνδυασμό μέσα στο κύτταρο της αυτή η γυναίκα, μια θηλυκότητα η οποία όμως ζευγάρωνε και με ένα ροκ εν ρολ τσαμπουκά, δεν ξέρω πως αλλιώς να το περιγράψω…Κάποια στιγμή επιτέλους εμφανίστηκε η θάλασσα. «Άχ τι ωραία πούναι εδώ», είπε. «Θα φάμε χαλούμι στην πίττα;» με ρώτησε και τόνισε το λάμβδα για να γελάσουμε. Η παρέα που μας περίμενε είχε ήδη πάρει ένα τραπέζι κάτω από τους ευκάλυπτους. Στάθμευσα το αυτοκίνητο και η Θέμις κατέβηκε, ανοίγοντας την κινέζικη ομπρέλα της…

Η θάλασσα
Έφτασε ήδη δείλινο, μετά που κολυμπήσαμε όλοι μαζί, μετά που καθίσαμε κάτω από τις ομπρέλες και λέγαμε διάφορα, όπως κάνουνε οι παρέες τις Κυριακές του καλοκαιριού, σμίγουνε δηλαδή τα σοβαρά με τα αστεία, από την οικονομική κρίση στην Ελλάδα μέχρι τα αυτοσαρκαστικά σχόλια που κάναμε για το το πόσες θερμίδες έχει τελικά το χαλούμι που τρώει-λέει - καθημερινά. Κι’ ύστερα παραγγείλαμε καφέ κυπριακό και της είπα πως τώρα, όπου είναι η πιο ωραία ώρα της μέρας, θάτανε ωραία να τα πούμε, έτσι με τα μαγιό και τα μαλλιά μας βρεγμένα, για όσα της έμαθε η ζωή και της χάρισε αυτή την ικανότητα να αγγίζει τη μαγεία. Λοιπόν; είπα κι’ αυτό ήτανε περίπου σαν συνθηματικό, ότι είμαι έτοιμη να ακούσω ιστορίες, σε ένα απόγευμα που κοιτάμε την θάλασσα για να ανοίξουμε πανιά…

Η ανατροπή
«Πήγαινα στο σινεμά από μωρό παιδί. Χωνόμουν μέσα στην αίθουσα και έβλεπα και δύο και τρείς ταινίες την μέρα. Πώς να στο πω; Είχα ένα ρίγος με το κινηματογράφο, αλλά δεν ήξερα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Δεν ήμουνα από κείνα τα παιδιά που λέγανε θα γίνω ηθοποιός. Ήμουνα ένα υπερκινητικό και δύσκολο παιδί, το οποίο οι γονείς μου δεν ξέρανε πώς να το τιθασεύσουνε. Επίσης ζωγράφιζα πολύ καλά. Και έτσι κάποια στιγμή ξεκίνησα να πάω στην Αγγλία να κάνω σκηνογραφία, ζωγραφική, τέτοια πράγματα, έκανα και τα χαρτιά μου για το St Martins, το 81 μιλάμε, και μέχρι να βγούνε τα αποτελέσματα με παίρνουν τηλέφωνο από την Ελλάδα για να μου πούνε πώς πέθανε ο αδελφός μου σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.»
Δεν ξέρω πως είναι στα 20 σου χρόνια να σου συμβαίνει τέτοια ανατροπή και όλα τα όνειρα που έχεις ήδη φτιάξει στο μυαλό σου να μένουνε μετέωρα. Την παρατηρώ και ψυχανεμίζομαι ότι δεν θέλει να το συζητάει, το παραδέχεται, μου λέει πως όταν προκείται για κάτι πολύ σοβαρό, ακόμη και σήμερα, έτσι συμπεριφέρεται, παριστάνει λες και δεν υπάρχει. «Είχα ένα φίλο, που λές, ο οποίος ήτανε ψυχαναλυτής» λέει «με κοιτούσε, λοιπόν, αυτός που δρούσα παράλογα, είχα χάσει 12 κιλά, ήμουνα σε μια τρέλα, και μια μέρα, μου λέει «βρε Θέμις γιατί δεν πας να δώσεις για ηθοποιός;» «Εγώ ηθοποιός;» απόρησα «Έχω την εντύπωση» επέμενε αυτός «ότι έχεις πράγματα να πεις». Μέσα στην απελπισία του τι κάνω τώρα, όπου έχω γυρίσει Ελλάδα, όπου έχουνε κοπεί τα όνειρα μου πριν καν ξεκινήσουν, λέω δεν πάω να δώσω, τι χάνω και πάω στο Κρατικό Βορείου Ελλάδος όπου μου λένε «σήμερα λήγουνε οι αιτήσεις και σε δύο μέρες είναι οι εξετάσεις». Τι εξετάσεις, λέω, δεν είχα ιδέα, μου εξηγούνε και εκεί ήτανε ένας τριτοετής που άκουγε την συζήτηση, ο οποίος μου είπε «μπορώ να σας προετοιμάσω αν θέλετε». Έτσι και έγινε. Σε δύο μέρες προετοιμάστηκα, πήγα, έδωσα εξετάσεις και πέρασα πρώτη. Εκεί στο θέατρο λέγανε «γεννήθηκε η καινούργια Λαμπέτη» και γω δεν το πίστευα, δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε. Με το που μπήκα στην σχολή και άρχισα όμως τα μαθήματα ένιωσα ότι εκεί χωράω ολόκληρη, ότι δεν περισσεύει τίποτα.

Η συνειδητοποίηση
Μ’ άρεσει η φράση της «εκεί χωρούσα ολόκληρη» και γι’ αυτό την διακόπτω. Θέλω να μου περιγράψει αυτό το συναίσθημα του να νιώθεις πως δεν περισσεύει τίποτα, τι ενέργεια σου δημιουργεί, πώς κυλάει μέσα στα κύτταρα σου. «Βρε παιδί μου ενιωθα ότι εκεί μέσα όλα μου τα ταλέντα, όλο μου το ταμπεραμέντο, όλες μου οι σκέψεις, όλη μου η τρέλα, εκεί χωρούσανε όλα. Και πραγματικά, σήμερα αν με ρωτήσεις τι θάθελα να γίνω αν ξαναγεννιόμουνα, ηθοποιός θα σου απαντούσα, ίσως με ένα καλύτερο μάνατζερ (γέλια)». Το τελευταίο το λέει γιατί ουδέποτε την ένοιαζε να βγάλει λεφτά, δεν είχε αυτή την βλέψη να κάνει καριέρα, όπου μυριζότανε εμπορική επιτυχία, πήγαινε προς την αντίθετη κατεύνθυνση. Γιατί…«Τι έχει λεφτά συνήθως; Το πιο εύκολο, το πιο φτηνό, το πιο…Θα μπορούσα ξέρεις να είμαι πραγματικά εκατομυριούχος σήμερα. Μπορούσα να κάνω πρώτους ρόλους σε καθημερινά σίριαλ από το 90. Τι θα ήμουνα όμως τώρα; Θάμουνα καμένη, με μια βίλα, την οποία δεν θα μπορούσα να διατηρήσω και 500 μπότοξ μήπως χαλάσει η φάτσα μου. Δεν είναι αυτά για μένα βρε συ. Εμένα το πιο μεγάλο μου κομπλιμένο είναι που έρχονται τώρα στο θέατρο σκηνοθέτες ή συνάδελφοί και μου λένε «κάθε φορά είσαι και καλύτερη. Πώς το καταφέρνεις;».

Το παιγνίδι
«Πώς το καταφέρνεις;» την ρωτώ. «Κοίταξε να δείς, εγώ όλο αυτό το πράγμα το βλέπω σαν ένα πολύ σοβαρό παιγνίδι. Αν δεν είναι διασκεδαστικό για μένα, με το δικό μου τρόπο βέβαια, δηλαδή μπορεί να έχει κούραση, να έχει ψυχική φθορά, αλλά αυτό που θέλω, είναι το μάτι μου να πεταρίζει, αυτό είναι που αγαπάω σ’ αυτή την δουλειά. Δεν έχω καμιά σοβαροφάνεια για την δουλειά μου γιατί για μένα πάνω από όλα είναι ζωή. Ούτε λέω το θέατρο είναι η ζωή μου, ούτε είχα όνειρα να παίξω τον τάδε και τον τάδε ρόλο, ούτε κυνήγησα καριέρες. Εγώ ήθελα νάμαι ηθοποιός για να μαθαίνω πράγματα, να γνωρίζω ανθρώπους, γι’ αυτό ήθελα νάμαι ηθοποιός στο σινεμά, για να αποκτώ εμπειρίες. Κάθε φορά που κάνω μια ξένη ταινία με ξένους ηθοποιούς, όλο ρωτάω, πώς είναι εκεί πέρα, πώς αντιμετωπίζουνε το ρόλο, πώς τους οδηγεί ο σκηνοθέτης, για να δω αν είμαι σωστά, πού είμαι και τι είμαι. Και είμαι τυχερή γιατι έχω δουλέψει με σπουδαίους και ξένους και Έλληνες ηθοποιούς. Μ άρέσει τον συνάδελφο μου να τον θαυμάζω απάνω στην σκηνή. Να λέω «κοίτα, κοίτα πόσο αποθεματικά παίζει. Τι σημαίνει αυτό; Να παίζεις με το ελάχιστο. Με τον αφρό»…

Η στιγμή
Κάνει μια κίνηση του χεριού της λες και χαιδεύει ένα κύμα. Και έτσι όπως πάει το χέρι της το νιώθω να φτάνει την θάλασσα. Μιλάει απλά, χωρίς ναχει όντως εκείνη την σοβαροφάνεια που εγκλωβίζει τους ηθοποιούς. Η Θέμις δεν φαίνεται πουθενά εγκλωβισμένη. Ούτε σε κατασκευασμένες εικόνες, ούτε τίποτα. Δεν ξέρω πώς το καταφέρνει κανείς αυτό, κάνοντας μια τέχνη που είναι συνυφασμένη με την δημοσιότητα. Είναι άραγε ένα άλλου είδους ταλέντο; «Δεν ξέρω» μου λέει. «Εκείνο που ξέρω είναι πως αν είσαι χαρισματικός είσαι χαρισματικός από την γέννα σου. Το ταλέντο δεν αποκτάται. Το έχεις, το κουβαλάς. Και αν το έχεις όμως πρέπει να το ξεχάσεις, να μην του δίνεις σημασία, να παλεύεις λες και δεν υπάρχει. Αλλιώς γίνεσαι νάρκισσος. Όχι, εγώ δεν κινδύνεψα από αυτό, ειλικρινά στο λέω, είμαι τόσο αντινάρκισσος, δεν με ξέρεις για να καταλάβεις τι εννοώ, αλλά μια ζωή πάλευα για το αντίθετο, να μην ειμαι καθόλου σταρ, το θεωρούσα παρεμβολή στην πραγματική μου δουλειά, το θεωρούσα παράπλευρη απώλεια.
«Και ποια είναι η εξαργύρωση σου;» ρωτώ. Κάνει μια παύση, πίνει μια γουλιά από το καφέ της και μου λέει χαμηλόφωνα λες και μου εξομολογείται ένα μυστικό... «Έχω ζήσει μεγάλες χαρές στην δουλειά μου. Υπάρχουνε κάποιες στιγμές Ελένη, που νομίζεις ότι φεύγεις από το σώμα σου, ότι η ζωή είναι τεράστια, ότι δεν υπάρχει χρόνος, ότι είσαι άχρονος, άφυλος, ότι ανήκεις στα πάντα. Δεν είσαι εσύ. Το σώμα σου είναι σαν ένα κανάλι. Πώς να το πώ; Μια φορά, πριν χρόνια, κολυμπούσα ένα απόγευμα στην Πάρο σε μια παραλία και ξαφνικά κάνω μια βουτιά και καθώς βγαίνω πάλι στην επιφάνεια, ένιωσα ότι ακινητοποιήθηκε το σύμπαν και κείνη την στιγμή συνειδητοποίησα ότι είμαι μέρος αυτού του σύμπαντος, το οποίο είναι αιώνιο. Και ένιωσα μια βαθειά ευτυχία και μια βαθειά ηρεμία, ότι δεν χανόμαστε. Αυτό το συναίσθημα το νιώθω και στην δουλειά μου, σε πολλές στιγμές. Και αυτές είναι οι στιγμές που μένουν…»

Η ζωή
-Η τέχνη τελικά σε κάνει καλύτερο άνθρωπο;
Δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι το θέατρο σε κάνει καλύτερο άνθρωπο. Γιατί να σε κάνει καλύτερο; Άμα είσαι δύστροπος και γκρινιάρης, δεν πρόκειται να γίνεις καλύτερος επειδή έτυχε να παίξεις ένα Αμλετ. Ο χαρακτήρας αλλάζει ή διαμορφώνεται σε σχέση με το τι θέλεις εσύ να είσαι στην ζωή. Από το ποια είναι η θέση σου στην ζωή.
-Εσένα ποια είναι η θέση σου απέναντι στην ζωή;
Εγώ καταρχάς προσπαθώ να ζω την ζωή, να ζω την στιγμή. Να πιστεύω ο΄τι τα πράγματα δεν είναι ποτέ έτσι όπως φαίνονται, να προσπαθώ, δηλαδή, να τα δω σφαιρικά, να μην έχω απολυτότητες. Το ψάχνω και αυτό με έχει οδηγήσει πολλές φορές σε ακραία πράγματα στην ζωή μου, ψάχνοντας και πειραματιζόμενη με την ζωή, με το θάνατο, την αγάπη, τη φιλία
-Τι θεωρείς ακρότητα;
Οτιδήποτε είναι ριψοκύνδινο για την ψυχική ή τη σωματική σου ακεραιότητα. Και επειδή θεωρώ ότι όλοι οι άνθρωποι περπατάμε πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί, όπου από τη μια μεριά είναι τα πιο θετικά και από την άλλη το σκοτάδι, ο καθένας μας μπορεί να γλυστρίσει και να χάσει την ψυχική του υγεία, κι’ αυτό αν θες είναι ο μεγαλύτερος μου φόβος. Εμείς οι ηθοποιοί πάμε συχνά στην σκοτεινή πλευρά για να μπορέσουμε να αναδείξουμε κομμάτια του ήρωα που παίζουμε…Σε τέτοια θέματα, λοιπόν, πειραματίστηκα
-Και πού σε έβγαλε αυτός ο πειραματισμός;
Μερικές φορές τα είδα όλα…Εκείνο όμως που έχω ανακαλύψει είναι πως τελικά η ζωή είναι ωραία. Όχι στην διάρκεια της αλλά στις στιγμές της. Κι αυτό που μπορεί κανείς να κάνει είναι να δημιουργεί εκείνες τις συνθήκες, ώστε αυτές οι στιγμές να είναι πιο συχνές. Η ζωή δεν μπορεί νάναι συνέχεια ευτυχία. Και το σκοτάδι και η μαυρίλα και το περιθώριο και το δύσκολο, όλα έχουν ενδιαφέρον.
-Τι δεν έχει ενδιαφέρον;
Η ψεύτικη εικόνα, η κατασκευασμένη, δεν μπορώ καθόλου, βαριέμαι. Εγώ δεν έχω καμία διάθεση να παρουσιάσω τον εαυτό μου σαν το τέλειο άνθρωπο. Δεν με νοιάζει. Αυτή είναι η προσωπικότητα μου. Και εγώ πιστεύω στην προσωπικότητα του ηθοποιού. Ενα 50% είναι ο ρόλος και το ταλέντο και 50% η προσωπικότητα του ηθοποιού. Ένα ρόλο μπορεί να τον παίξουν πολλοί ηθοποιοί, η διαφορά θα εξαρτηθεί από την προσωπικότητα που έχει ο καθένας. Γιατί το ρόλο θα τον προσεγγίσεις βάση ποιας γωνιάς βλέπεις την ζωή, από τον τρόπο που εσύ κοιτάς τις σκοτεινές πλευρές της.
-Εσένα τι σου διαμόρφωσε την προσωπικότητα;
Το ότι μπορώ να βλέπω πια με μέθοδο, να αντιλαμβάνομαι, να κατανομώ, τόχω πετύχει τώρα στην ωριμότητα. Η προσωπικότητα μου διαμορφώθηκε από τις συνθήκες της ζωής μου, από τα πώς αντιμετώπισα την ζωή, από το τι επιλογές έκανα, από τα ναι που είπα και τα όχι. Εκεί διαμορφώνεται η προσωπικότητα του ανθρώπου, από τις επιλογές που κάνει. Και καμιά φορά λέω, τον ηθοποιό μην τον βλέπεις από τα ναι που έχει πει, αλλά από τα όχι.

Η καρδιά
Νιώθει καλά με τις επιλογές της, αυτό το αισθάνεσαι καθώς σου μιλάει, έχει μια ηρεμία, δεν κρατάει υπόλοιπα, τόπε άλλωστε ξεκάθαρα, κάποια στιγμή, πως δεν έχει απωθημένα. Κι’ αυτό το θεωρώ σαν μια παραδοχή που ισοδυναμεί με δώρο στον άνθρωπο. Στην ζωή της ωστόσο, μου ομολογεί πως έχει μετανιώσει για κάποια πράγματα, δεν τα χειρίστηκε καλά και εννοεί πως τα χειρίστηκε με αυθορμητισμό και όχι με σκέψη, αλλά συγχωρεί τον εαυτό της. «Έχω ζήσει πολλά» μου λέει «και παράξενα, και παράνομα και περιθωριακά. Δηλαδή ξέρω την ζωή. Εγώ εκείνο που φοβόμουνα ήτανε πάντα η μικροαστίλα, δεν την ήθελα και τόσο δεν την ήθελα που έκανα ακραία πράγματα για να μην γίνω ποτέ βολεμένη μικροαστή. Και ναι, i did it my way. Από πολύ μικρή τόχα αυτό. Οι γονείς μου οι κακομοίρηδες υποφέρανε μαζί μου. Πείσμα; Πάρα πολύ. Άμα θέλω κάτι ο θεός να κατεβεί θα το κάνω. Με έχουνε κλειδώσει μέσα στο θέατρο και έχω μείνει εκεί όλη νύχτα. Γιατί; Γιατί κάτι με ενοχλούσε στο ρόλο, ένα εμπόδιο που έπρεπε να το ξεπεράσω, δεν τόβρισκα, έπρεπε να το βρω, τους είπα λοιπόν φύγετε και κλειδώστε με μέσα μέχρι να ησυχάσω». Έχω μια πραγματική απορία, την διακόπτω. Όλα αυτά τα γυμνάσια τα ψυχικά που κάνεις στον εαυτό σου δεν έχουνε κάποιο κόστος; «Ένας μυς είναι και η καρδιά. Μαθαίνεις. Εξασκείσαι» απαντάει.

Το όνειρο
Ο ήλιος έχει σχεδόν δύσει. Η θέα είναι μαγική. Είναι εκείνη η ώρα της μέρας που μυρίζει το σώμα σου αλάτι και η ζωή καλοκαίρι. Λίγο πριν φορέσει ξανά το αέρινο μπεζ φουστάνι της και κλείσει την κινέζικη ομπρέλα της, την ρωτώ σχεδόν ψυθιριστά: «Τι θέλεις Θέμις πια από την ζωή σου». «Δεν θέλω πολλά ρε σύ» μου λέει. «Θάθελα να βρω ένα σύντροφο, και αυτό όχι απαραίτητα, δηλαδή αν δεν είναι ένας άνθρωπος που να τον καταλαβαίνω και να με καταλαβαίνει και να διασκεδάζουμε μαζί, να γελάμε και να περνάμε καλά, δεν έχει κανένα νόημα, μια χαρά είμαι και μόνη μου. Θάθελα να μου κάνει η κόρη μου ένα εγγονάκι, να μεγαλώσω ένα μωρό τώρα που έχω πιο πολύ χρόνο και πιο πολύ μυαλό. Και θάθελα να πάω στην Αργεντινή και στο Τόκιο… «Και σαν ηθοποιός;» «(μικρή παύση) Να ξεπερνάω τον εαυτό μου. Να ξεπερνάω αυτό που μας κρατάει στην γή…».

Back to top