Η ιδεολογία του φόβου

Διανύουμε μια εποχή όπου νικά ο φόβος ο οποίος δημιουργεί πρόσφορο έδαφος στο συντηρητισμό και στον εθνικισμό να καθορίσουν την πολιτική μας σκέψη.

images
Back to top

Είχα να της μιλήσω χρόνια. Κάποτε μέναμε δίπλα δίπλα, σε ένα νησί της Ταυλάνδης. Εκεί την γνώρισα. Είχε νοικιάσει την διπλανή καλύβα και κάθε απόγευμα την έβλεπα να απλώνει διάφορα κοχύλια που μάζευε και να φτιάχνει με δαύτα κολιέ. Πλησιάζε τα 45, ψιλή, γυμνασμένη και με μπόλικα τατουάζ στα χέρια. Την λέγανε Τζάκι, αυτό μόνο ήξερα και όσο περνούσε ο καιρός αρχίσα να μαθαίνω περισσότερα για την ζωή της. Λίγο πριν πέσει ο ήλιος πίναμε κοκτέιλ λέγοντας η μια στην άλλη ιστορίες από το παρελθόν μας και παράλληλα μοιραζόμασταν τα ερωτηματικά που θόλωναν κάποιες φορές τον ορίζοντα μας. Κάποια στιγμή μου αποκάλυψε πώς βρέθηκε σε κείνο το εξωτικό νησί από μια ανάγκη να επαναφεύρει τον εαυτό της. Την είχε κουράσει μου είπε η δημοσιότητα, είχε μπουχτίσει με ένα τρόπο ζωής που επέμενε να την κρατάει στην επιφάνεια των πραγμάτων και όχι στην ουσία τους. Δεν είχα καταλάβει τι εννοούσε, γύρεψα διευκρινίσεις και κείνη μου αποκάλυψε πώς κάποτε ήταν διάσημη, άνηκε σε ένα από τα γνωστά μουσικά γυναικεία εγγλέζικα συγκροτήματα των 80ς. Είχα πάθει, θυμάμαι, την πλάκα μου, δεν την είχα αναγνωρίσει παρότι στην εφηβεία μου χόρευα φανατικά τα τραγούδια της στις δισκοθήκες. Υποσχεθήκαμε να κρατήσουμε επαφή και ύστερα αποχαιρετήσαμε και οι δύο το νησί που μας βοήθησε να επαναπροσδιορίσουμε τον εαυτό και την ζωή μας. Την είδα χρόνια μετά σε μια επίσκεψη μου στο Λονδίνο. Με πήγε σε ένα ζαχαροπλαστείο με κέρασε τάρτα με φρούτα, όλα καλά την ρώτησα και εννοούσα άν κατάφερε να ενσωματώσει στον τρόπο ζωής της τις συνειδητοποιήσεις που της είχε χαρίσει εκείνο το ταξίδι. Μου απάντησε καταφατικά, είχε μια ηρεμία και μια βεβαιότητα πως πια δεν θα έκανε εκπτώσεις στο τρόπο που θέλει να ζει, περιπλανήθηκε άλλωστε αρκετά στον κόσμο μέχρι να καταλήξει τί ήταν εκείνο που της πρόσφερε μια ψυχική ισορροπία, άφησε τον εαυτό της εκτεθειμένο στο άγνωστο και στο μη οικείο μέχρι να καταφέρει να νικήσει τους φόβους της και να συνειδηποιησει πως ο φόβος είναι ο χειρότερος εχθρός μας.

Μετά χαθήκαμε ξανά. Μέχρι τις προάλλες. Μου έστειλε ένα μήνυμα στο φέιςμπουκ, την μέρα του Brexit. «Είμαι συντετριμμένη» έγραφε. «Δυστυχώς νίκησε ο φόβος» έγραφε μετά. «Ντρέπομαι που είμαι Βρεττανίδα» κατέληγε.

Γιατί σας τα γράφω όλα αυτά; Γιατί πέρα από τις οικονομικές και πολιτικές αναλύσεις που αφορούν στο Brexit και στο μέλλον της Ευρώπης, εκείνο που έχει ίσως την μεγαλύτερη σημασία είναι αυτή η διαπίστωση: Πώς διανύουμε μια εποχή όπου νικά ο φόβος ο οποίος δημιουργεί το χώρο στο συντηρητισμό, στο ρατσισμό και στον εθνικισμό να καθορίσουν την πολιτική μας σκέψη και κυρίως τα κριτήρια με τα οποία προσπαθούμε να αντιταχθούμε σε ένα σύστημα που έχει χρεωκοπήσει. Το ότι ο ταλαιπωρημένος κόσμος ψάχνει να βρει την απάντηση μέσα από μια αντισυστημική πρόταση, είναι απόλυτα φυσιολογικό. Το τραγικό ωστόσο είναι πώς αυτή η αντισυστημική πρόταση αντί να προέρχεται από κινήματα με μια ιδεολογία προέρχεται από συντηρητικούς ακροδεξιούς εθνικιστές οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την παρουσία του φόβου κερδίζουν έδαφος και πολιτικό εκτόπισμα. Όπως γράφει πολύ χαρακτηριστικά ο Έλληνας δημοσιογράφος Σταύρος Διοσκουρίδης «οι μεγάλοι ανασφαλείς του πλανήτη ψάχνουν συνεχώς τους τρόπους να τιμωρίσουν νόμιμα το πολιτικό σύστημα που δεν τους δίνει αυτά που τους υπόσχεται. Το πρόβλημα είναι ότι πια το αντισύστημα δεν προέρχεται τόσο από την αριστερά αλλά από τα δεξιά, άδολα, πατριωτικά αισθήματα. Και ο εθνικισμός είναι και πάλι εδώ στις ανεπτυγμένες δυτικές πολιτείες».

Αν ζούμε σε μια εποχή όπου ο φόβος είναι η νέα «ιδεολογία» τότε παρά να συζητούμε για το μέλλον του Η.Β ή της Ενωμένης Ευρώπης άς αρχίσουμε να εμβολιάζουμε τα παιδιά μας με τα σωστά αντισώματα δηλαδή την σωστή παιδεία. Διαφορετικά μια μέρα, πολύ σύντομα, θα ντρεπόμαστε που τα αφήσαμε έρμαια στην ιδεολογία του φόβου.

 

 

 

 

Back to top